Μερική ἄποψη τῆς Παλιᾶς Πόλης, ὅπως διαμορφώθηκε κατά τά μέσα τοῦ 19ου αἰώνα. Εἰκονίζεται ἡ περιοχή Ἄνω Χαράδρας. (Φωτογραφία τοῦ 1976)
Ἡ περιοχή τῶν καπναποθηκῶν καί ἡ συνοικία Ἀσᾶ μέ τμῆμα τῆς συνοικίας Μητροπόλεως σέ φωτογραφία τοῦ 1925. Εἰκονίζεται ἡ διαμόρφωση πού ἔγινε μέχρι τό 1910.
Φωτογράφηση τοῦ 1936 μέ τίς νέες προσφυγικές συνοικίες στό βάθος
καί τήν Παλιά Πόλη μπροστά.
Φωτογράφηση τοῦ 2005 μέ τήν Παλιά Πόλη νά περιβάλλεται ἀπό τή Νέα Πόλη ὅπως αὐτή ἀνοικοδομήθηκε μετά τό 1970.
Οἱ διαδοχικές φάσεις ἀνοικοδόμησης τῆς Ξάνθης εἶναι ἀμέσως ὁρατές στό δομημένο περιβάλλον πού ἐπιβιώνει σήμερα. Κάτι ἀνάλογο δέν εἶναι δυνατό σήμερα στίς ἑλληνικές πόλεις, οἱ ὁποῖες τά τελευταῖα πενήντα χρόνια ἔχουν ἀνοικοδομηθεῖ σέ βαθμό πού τό ἱστορικό περιβάλλον ἔχει ἐξαφανισθεῖ ἤ διατηρεῖται παραμορφωμένο. Στήν Ξάνθη διατηροῦνται τά ἀλλεπάλληλα στρώματα τῆς ἀνοικοδόμησης μετά τό 1829, ἀφοῦ ἡ πόλη σέ μεγάλη ἔκταση παραμένει ἄθικτη ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἀνακήρυξης τῆς Παλιᾶς Πόλης ὡς διατηρητέου οἰκισμοῦ τό 1976. Αὐτό διαφοροποιεῖ τήν Ξάνθη ἀπό τήν πλειονότητα τῶν πόλεων τοῦ ἑλληνικοῦ χώρου.
Οἱ φάσεις ἀνοικοδόμησης τῆς Ξάνθης εἶναι λοιπόν εὔκολα διακριτές καί συνοψίζονται, σέ τέσσερα στάδια:
α) Ἀπό τό 1829 μέχρι περίπου τό 1860, ὅταν μέ πρωτοβουλία τοῦ Μητροπολίτη Εὐγένιου ἀνεγείρονται οἱ ἐκκλησίες, πέριξ τῶν ὁποίων σχηματοποιοῦνται οἱ συνοικίες τῆς πόλης. Ἡ ἀνέγερση τῶν ἐκκλησιῶν ἔγινε μέ βάση τίς κοινοτικές καί ἐνοριακές ἀνάγκες πάνω στά θεμέλια τῶν γκρεμισμένων ἐκκλησιῶν πού μᾶλλον ὑπῆρχαν ἀπό τήν ἐποχή τῆς βυζαντινῆς Ξάνθειας. Ὅπως ἔχει ἤδη τονισθεῖ κτίτορας εἶναι ἡ Ἑλληνορθόδοξη Κοινότητα. Τά μέσα γιά τήν προσπάθεια ἀνοικοδόμησης φαίνεται ὅτι προέρχονται ἀπό τό ἐμπόριο τοῦ καπνοῦ. Ἡ ρωμαίικη κοινότητα φαίνεται νά ἀναλαμβάνει τήν πρωτοβουλία στήν ἐμπορία καί διακίνηση τοῦ καπνοῦ καί νά ἀποσπᾶ μερίδιο τῆς ἀγορᾶς ἀπό τούς πλούσιους γαιοκτήμονες μπέηδες. Τήν ἴδια ἐποχή ὁ χριστιανικός πληθυσμός τῆς πόλης ἐνισχύεται μέ Ἠπειρῶτες μετανάστες πού ἀσχολοῦνται μέ τό ἐμπόριο τοῦ καπνοῦ.
Τήν ἐποχή αὐτή κυριαρχεῖ ἡ ἀντίληψη τῆς ἑνιαίας ἀρχιτεκτονικῆς τῆς Ἀνατολῆς, ὅπως αὐτή ἐκφράζεται στά κονάκια τῶν χριστιανῶν ἐμπόρων καί τῶν μουσουλμάνων γαιοκτημόνων. Ἡ ἀνοικοδόμηση κατά τήν ἐποχή αὐτή γίνεται ἀπό μπουλούκια περιπλανώμενων Ἠπειρωτῶν, Μακεδόνων ἤ Θρακῶν οἰκοδόμων, σύμφωνα μέ τήν ἀρχαία παράδοση τῆς Ἀνατολῆς. Πολλοί ἀπό τούς Ἠπειρῶτες οἰκοδόμους θά ἐγκατασταθοῦν μόνιμα στήν πόλη. Παράλληλα οἱ εὐπορότεροι κάτοικοι τῆς Γενισέας θά μετακομίσουν στήν Ξάνθη.
Κατά τήν περίοδο αὐτή ἡ Ξάνθη συνεχίζει νά εἶναι μιά χριστιανική πόλη, στήν ὁποία οἱ χριστιανοί ἔμποροι αὐξάνουν ἐντυπωσιακά τόν πλοῦτο καί τήν κοινωνική τους θέση.
β) Ἀπό τό 1860 μέχρι τό 1912, ὅταν ἡ πόλη ἐπεκτείνεται στήν πεδινή περιοχή ἔξω ἀπό τά ὅρια τῆς βυζαντινῆς Ξάνθειας πρός τή σημερινή Κεντρική Πλατεία καί συγκροτοῦνται ἡ βιομηχανική καί ἡ βιοτεχνική περιοχή τοῦ καπνοῦ, ἐνῶ δημιουργοῦνται νέες συνοικίες ἔξω ἀπό τά ὅρια τῆς παλιᾶς παραδοσιακῆς πόλης. Μία κοσμοπολίτικη χριστιανική τάξη ἐμπόρων τοῦ καπνοῦ ἐμφανίζεται καί ἑδραιώνεται.
Τήν ἴδια ἐποχή ἡ παρακμή τῆς Γενισέας ὡς ἐμπορικοῦ καί διοικητικοῦ κέντρου φέρνει στήν Ξάνθη τούς μουσουλμάνους ἀξιωματούχους καί γαιοκτήμονες, ἀφοῦ ἡ Ξάνθη γίνεται ἕδρα τῆς τοπικῆς περιφερειακῆς διοίκησης. Ἡ περιοχή γύρω ἀπό τή σημερινή Κεντρική Πλατεία εἶναι ὁ χῶρος ὅπου ἐγκαθίστανται οἱ διοικητικές καί κοινωνικές ὑπηρεσίες τῆς ὀθωμανικῆς ἀρχῆς. Διοικητικά, κοινωνικά καί θρησκευτικά μουσουλμανικά κτίσματα ἀνεγείρονται στήν περιοχή γύρω ἀπό τή σημερινή Κεντρική Πλατεία. Παράλληλα, στό κέντρο τῆς παλιᾶς χριστιανικῆς πόλης, περί τήν πλατεία Μητροπόλεως ἀνεγείρονται τά κοινοτικά σχολεῖα καί τό μέγαρο τῆς Μητρόπολης. Ἡ κατεργασία τοῦ καπνοῦ ἀπαιτεῖ βιομηχανικούς χώρους, τίς καπναποθῆκες, οἱ ὁποῖες ἀνεγείρονται δυτικά πρός τήν ἔξοδο τῆς πόλης καί κοντά στόν σιδηροδρομικό σταθμό. Τήν ἴδια ἐποχή ἀναπτύσσονται οἱ οἰκονομικές δραστηριότητες καί δημιουργεῖται τό ἐμπορικό κέντρο μέ τά δεκάδες χάνια πού ἐξυπηρετοῦσαν τούς ἐμπορικούς ἐπισκέπτες. Αὐτή τήν ἐποχή οἱ Ρωμηοί τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς προσβλέπουν σταθερά πρός τή Δύση καί ἀποτελοῦν τήν πρωτοπορία τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ τῆς Αὐτοκρατορίας. Ἀνεγείρονται τότε κτίσματα πού υἱοθετοῦν τή νεοκλασσική ἀρχιτεκτονική ἡ ὁποία κυριαρχεῖ στό Ἑλληνικό Βασίλειο καί τήν ἐκλεκτικιστική ἀρχιτεκτονική τῆς Κεντρικῆς Εὐρώπης. Στά ρεύματα αὐτά ἀνήκουν καί τά περισσότερα ἀπό τά ἀρχοντικά τῶν ἐμπόρων τοῦ καπνοῦ. Οἱ Ἠπειρῶτες καί Θράκες οἰκοδόμοι συνεχίζουν νά ἀποτελοῦν τόν κύριο τεχνικό συντελεστή τῆς ἀνοικοδομητικῆς προσπάθειας.
Αὐτή εἶναι ἡ ἐποχή τῆς μεγαλύτερης κοινωνικῆς, οἰκονομικῆς καί οἰκιστικῆς ἀνάπτυξης τῆς πόλης, ἡ ὁποία γίνεται μουσουλμανικό κέντρο μέ χριστιανική οἰκονομία καί κοσμοπολίτικο χαρακτήρα.
γ) Τήν ἐποχή τοῦ Μεσοπολέμου, σχηματικά ἀπό τό 1923 μέχρι τό 1940 περίπου.
Τήν ἐποχή αὐτή ἡ πόλη ἀνασυγκροτεῖται μετά τήν ἀποξήρανση τῆς δεύτερης κοίτης τοῦ ποταμοῦ Κόσσινθου. Ἀκολουθεῖ ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Ξάνθης καί ἡ χωρίς προβλήματα ἐνσωμάτωσή της στό ἑλληνικό κράτος.
Μετά τή διακοπή κάθε οἰκοδομικῆς
ἐργασίας κατά τή βάρβαρη Πρώτη Βουλγαρική Κατοχή πού ἀκολούθησε τόν Πρῶτο Βαλκανικό Πόλεμο, ἡ ἔλευση τῶν προσφύγων ἀναζωογονεῖ τήν πόλη. Οἱ χιλιάδες πρόσφυγες τῆς πάλαι ποτέ ἑλληνικῆς Ἀνατολῆς διπλασιάζουν τόν πληθυσμό τῆς πόλης καί ἀνατρέπουν τούς πληθυσμιακούς συσχετισμούς στήν πόλη καί τήν περιφέρειά της. Ἐκτεταμένοι προσφυγικοί συνοικισμοί ἀνεγείρονται τότε, ἐνῶ στίς νέες συνοικίες ἡ νέα ἀνερχόμενη μικροαστική τάξη ἀνεγείρει οἰκοδομές μέ λόγιο ἀστικό χαρακτῆρα καί στοιχεῖα παρμένα ἀπό τή δυτική παράδοση. Ἡ αὔξηση τῆς παραγωγῆς καπνοῦ προσφέρει καί πάλι τήν οἰκονομική δυνατότητα γιά ἀνοικοδόμηση. Ὡστόσο, ἡ κρίση τοῦ 1929 θά πλήξει τήν παραγωγή τοῦ καπνοῦ καί θά ἀνακόψει τήν ἀνάπτυξη τῆς πόλης, ἡ ὁποία ἤδη ἔχει ἀποκτήσει ἐκτεταμένες νέες προσφυγικές συνοικίες, μέ νέο κέντρο τῆς πόλης τή σημερινή Κεντρική Πλατεία.
δ) Περίπου ἀπό τό 1976 μέχρι σήμερα.
Οἱ περιπέτειες τῆς χώρας κατά τή δεκαετία τοῦ 1940 θά ἀφήσουν τήν πόλη καί τήν περιφέρειά της σέ κατάσταση οἰκονομικοῦ μαρασμοῦ πού θά συνεχισθεῖ μέχρι τό 1974. Παράλληλα, ὁ εὐτελισμός τῆς τιμῆς τοῦ καπνοῦ θά στερήσει τήν περιφέρεια καί τήν πόλη ἀπό τήν κύρια πηγή πλούτου. Τό 1976 μέ ἀφορμή τίς γνωστές ἐξωτερικές ἀπειλές λαμβάνονται δραστήρια μέτρα. Ἡ πόλη γίνεται ἕδρα τοῦ Τέταρτου Σώματος Στρατοῦ. Σχολές τῆς Πολυτεχνικῆς Σχολῆς τοῦ Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης ἱδρύονται στήν Ξάνθη. Ἕνας νεανικός πληθυσμός προστίθεται. Ἔκτοτε ἡ πόλη ἐντάσσεται στό κλίμα τῆς ταχύρρυθμης οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης πού θά μεταλλάξει ὅλη τή χώρα. Τό 1976 ἡ Παλιά Ξάνθη μέ τούς παρακείμενους λόφους ἀνακηρύσσεται ὡς διατηρητέα. Θά ἀποφύγει ἔτσι τή ραγδαία πολυκατοικιοποίηση, ὅπως συμβαίνει στίς συνοικίες τῆς νέας πόλης καί ὅπως γίνεται σέ ὅλες τίς ὑπόλοιπες πόλεις τῆς Ἑλλάδας. Ἡ πόλη ἀποκτᾶ μέ τή συνύπαρξη τοῦ παλιοῦ καί νέου ἕναν διφυῆ χαρακτῆρα .
Τήν περίοδο αὐτή ἡ Ξάνθη παύει νά εἶναι καπνικό κέντρο καί παραμένει κέντρο ἀγροτικῆς παραγωγῆς, ἐνῶ ἐξελίσσεται σέ σύγχρονη ἑλληνική πόλη καί διοικητικό κέντρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου