Ἀναπόφευκτη εἶναι ἡ μεταβολή τοῦ δομημένου χαρακτήρα στίς μή διατηρητέες περιοχές τῆς πόλης, ὅπου ἡ ἀξία τῆς γῆς ἐπιβάλλει τήν ἀνοικοδόμηση στούς χώρους μέ διώροφα καί μονοκατοικίες. |
Τυπική εἰκόνα στόν προσφυγικό Ἀστικό συνοικισμό τά τελευταῖα χρόνια, μέ τήν ἀντικατάσταση τῶν παλαιῶν μονοκατοικιῶν τῆς προσφυγικῆς ἀποκατάστασης ἀπό σύγχρονες πολυκατοικίες. |
Συνύπαρξη παλιοῦ καί καινούργιου στήν περιοχή τῶν καπναποθηκῶν. |
Ὄψη τῆς Ξάνθης ἀπό τά ὑψώματα βόρειά της: εἶναι ἐμφανής ὁ τοπογραφικός καί τοπιογραφικός διαχωρισμός τῆς παλιᾶς πρός τή νέα πόλη (2005). |
Τό τελευταῖο τέταρτο τοῦ 19ου αἰώνα ἡ πόλη ἐπεκτείνεται πρός Νότο, ἔξω ἀπό τά ὅρια τοῦ ἱστορικοῦ οἰκισμοῦ πού σήμερα ὀνομάζεται Παλιά Πόλη. Νέες συνοικίες χριστιανικές καί μουσουλμανικές δημιουργοῦνται, ἐνῶ ἀνεγείρονται οἱ μεγάλες καπναποθῆκες τῆς βιομηχανικῆς περιοχῆς.
Τήν ἴδια ἐποχή δημιουργεῖται μετά τά μέσα τοῦ 18ου αἰώνα στήν περιοχή τῆς σημερινῆς κεντρικῆς πλατείας τῆς Ξάνθης ἕνα ἰσλαμικό κοινωνικό καί θρησκευτικό κέντρο, σύμφωνα μέ τίς ἀρχές τῆς ἰσλαμικῆς πολεοδομίας καί κοινωνικοθρησκευτικῆς ὀργάνωσης (κουλλιγιέ). Ἀνεγείρονται κεντρικό τέμενος μέ μεντρεσέ, πλατεῖα γιά παζάρι, πανδοχεῖο, λουτρά καί χάνια, ὅπως καί νεκροταφεῖο. Ἡ περιοχή βρισκόταν στίς παρυφές τῆς ἱστορικῆς πόλης καί οἱ ἰδιοκτησίες ἀνῆκαν σέ μουσουλμάνους. Ἡ ἀποχώρηση ἀριθμοῦ μουσουλμάνων μετά τό 1922 καί ἡ ἀνοικοδόμηση τῆς πόλης κατά τόν μεσοπόλεμο καί τή μεταπολεμική ἐποχή ἀνάπτυξης μετέβαλε ριζικά τόν χαρακτῆρα τῆς περιοχῆς, ἡ ὁποία σήμερα εἶναι τό λειτουργικό κέντρο τῆς σύγχρονης πόλης.
Οἱ βάρβαρες προσπάθειες ἐκβουλγαρισμοῦ κατά τίς δύο βουλγαρικές κατοχές τό 1912-1919 καί τό 1941-1944 δέν θά ἀφήσουν σημαντικά ἴχνη στήν πόλη, ἄν καί χιλιάδες εἶναι οἱ Ἕλληνες κάτοικοι πού ἀναγκάζονται νά ἐγκαταλείψουν τήν πόλη – πολλοί ἀπ’ αὐτούς γιά νά μήν ξαναγυρίσουν μετά τήν ἀπελευθέρωση.
Μετά τήν ἀσύλληπτης ἔκτασης Μικρασιατική Καταστροφή, ἡ Ξάνθη γίνεται καταφύγιο πολλῶν χιλιάδων προσφύγων τῆς πάλαι Ἑλληνικῆς Ἀνατολῆς καί μία πραγματική προσφυγούπολη.
Μετά τίς περιπέτειες καί τά πάθη τῆς χώρας κατά τή δεκαετία τοῦ 1940, τό Νέο Ἑλληνικό Κράτος ἐντάσσεται στήν περιφέρεια τοῦ δυτικοευρωπαϊκοῦ οἰκονομικοῦ καί πολιτικοῦ συστήματος, γιά νά συμμετάσχει πλήρως σέ αὐτό ὡς δυτικό πλέον κράτος στά τέλη τοῦ 20οῦ αἰῶνα. Ἡ οἰκονομική ἀπογείωση τῆς χώρας συνεπάγεται καί τή μείωση τῶν ἀγροτικῶν πληθυσμῶν μέ τή μετανάστευση τῶν ἀγροτῶν στό ἐξωτερικό καί στίς πόλεις καί μέ τή συνακόλουθη ἐρήμωση τῶν ὀρεινῶν περιοχῶν.
Οἱ μεταβολές αὐτές ἀποτελοῦν καί τήν ἀφορμή γιά τή μεταβολή τῆς κοινωνικῆς σύνθεσης τοῦ πληθυσμοῦ τῆς πόλης. Οἱ παλιοί αὐτόχθονες ἔμποροι μεταναστεύουν σέ μεγαλύτερα ἀστικά κέντρα καί νέοι μικροαστικοί ἤ ὑπό ἀστικοποίηση πληθυσμοί συγκεντρώνονται.
Ἡ καταστροφή τοῦ Ἀνατολικοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἡ κατάτμηση τῆς Θράκης, ἡ οἰκονομική δυσπραγία τοῦ Μεσοπολέμου καί οἱ περιπέτειες καί τά πάθη τῆς χώρας κατά τή δεκαετία τοῦ 1940 μαζί μέ τόν εὐτελισμό τῆς τιμῆς τοῦ καπνοῦ, εἶναι οἱ αἰτίες τῆς καθυστέρησης τῆς οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης στήν περιοχή τῆς Θράκης. Μέ τήν ἀπουσία οἰκονομικῆς ἀνάπτυξης στήν Θράκη καί τόν εὐτελισμό τῆς τιμῆς τοῦ καπνοῦ, ἤ ἀνοικοδόμηση τῶν δεκαετιῶν τοῦ 1950 καί 1960, πού χαρακτηρίζει τήν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα, καθυστερεῖ στήν Ξάνθη γιά μετά τό 1970. Ἡ οἰκονομική καθυστέρηση σημαίνει καί συνεπάγεται τή διατήρηση τοῦ οἰκισμοῦ τῆς Παλιᾶς Ξάνθης, ὁ ὁποῖος κατά τή δεκαετία τοῦ 1970 κηρύσσεται διατηρητέος. Ἡ πόλη ἀποφεύγει ἔτσι, σέ μεγάλο βαθμό, τήν καταστροφή τοῦ δομημένου περιβάλλοντος καί τοῦ χαρακτῆρα της καί ἴσως σήμερα ἀποτελεῖ τό πληρέστερο δεῖγμα παραδοσιακοῦ οἰκισμοῦ στή Θράκη καί στή Βόρειο Ἑλλάδα. Ἡ πόλη ἀποκτᾶ ἕνα πρόσθετο διφυῆ χαρακτῆρα μέ τή συνύπαρξη παλιοῦ καί καινούργιου, ὁ ὁποῖος προστίθεται στόν συγκερασμό Δύσης καί Ἀνατολῆς πού τή χαρακτήριζε ἀπό τήν Τουρκοκρατία.
Τό 1974, οἱ ἀπειλητικές ἐξωτερικές συνθῆκες ἐπιβάλλουν στό Ἑλληνικό Κράτος τήν ἀνάληψη δραστικῶν μέτρων στήν πόλη καί τήν περιφέρειά της: ἀλλεπάλληλες προσπάθειες ἐκβιομηχάνισης δημιουργοῦν μία μεταποιητική καί παραγωγική βάση, σχολές τοῦ νεοϊδρυμένου Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης ἐγκαθίστανται στήν πόλη, ἐνῶ παράλληλα θεσμοθετούνται ποικίλα ὀργανωτικά καί ἀναπτυξιακά μέτρα. Ἡ πόλη λαμβάνει σύγχρονη μορφή καί γίνεται οἰκονομικό καί διοικητικό κέντρο, τό ὁποῖο βασίζεται στή πλούσια ἀγροτική παραγωγή τῆς περιφέρειάς της καί προσβλέπει στήν ἀνάπτυξη τῶν ὑπηρεσιῶν.
Στίς ἐκτός τοῦ διατηρητέου παλαιοῦ οἰκισμοῦ περιοχές τῆς πόλης λαμβάνει πρόσφατα χώρα μιά ριζική ἀνοικοδόμηση. Παρά τή σχετική ἀδυναμία της νά προσεγγίσει τά καταναλωτικά πρότυπα, ἡ πόλη τείνει νά γίνει λειτουργική καί ἀπρόσωπη, σύμφωνα μέ τά πρότυπα τῆς Ἀθήνας. Τό παλιό ἐμπορικό, βιοτεχνικό καί βιομηχανικό κέντρο σχεδόν ἐξαφανίζεται. Τό δομημένο περιβάλλον χάνει τίς χαρακτηριστικές μορφές του καί μιμεῖται τούς διεθνοποιημένους συρμούς, γεμᾶτο ὅμως δυναμισμό καί ἀνοικτό στίς προκλήσεις τοῦ μέλλοντος.
Ἡ Παλιά Πόλη τῆς Ξάνθης εἶναι ἕνα περιβάλλον ὅπου ὑφίσταται μία χαρακτηριστική τοπικότητα. Ἀλλά καί ἡ πόλη τῆς Ξάνθης σέ πεῖσμα τῶν καιρῶν ἐπιβιώνει ὡς τόπος.
Τόπος καί τοπικότητα, ἐλάχιστα, περιφερειακά καί ἄγνωστα, πού ὅμως στέκονται καί ὑπάρχουν.
Στά πλαίσια αὐτά, περιβάλλοντα περιφερειακά, ἀγνοημένα καί περιφρονημένα, ὅπως αὐτό τῆς Ξάνθης, πλήν δικά μας, εἶναι δυνατό νά μᾶς θυμίσουν ἀντιλήψεις καί καταστάσεις οἱ ὁποῖες ἔχουν σημασία γιά μᾶς, ἀλλά καί νά μᾶς ἀποκαλύψουν τρόπους βίου, ὅπως τήν οἰκουμενικότητα τῆς ἑλληνικῆς ζωῆς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου