Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2011

Ἡ Νέα Πόλη τῆς Ξάνθης

Μέ τήν ὀνομασία Νέα Πό­λη χα­ρα­κτη­ρί­ζου­με τίς πε­ρι­ο­χές πού βρί­σκον­ται ἔξω ἀπό τά ὅρια τοῦ προ­στα­τευ­ό­με­νου σή­με­ρα οἰκι­σμοῦ, δη­λα­δή ἔξω ἀπό τά ὅρια τῆς σή­με­ρα ὀνο­μα­ζό­με­νης Πα­λι­ᾶς Πό­λης. 
Ἡ Νέα Πό­λη ἀρ­χί­ζει νά δη­μι­ουρ­γεῖ­ται με­τά τό πρῶ­το μι­σό τοῦ 19ου αἰ­ώ­να, ὅ­ταν ἡ Ξάν­θη ἔ­χει ἀρ­χί­σει νά ἀπο­κτᾶ κά­ποια σπου­δαι­ό­τη­τα χά­ρη στή συ­γκέ­ντρω­ση τῆς κα­τερ­γα­σί­ας καί τοῦ ἐμπο­ρί­ου τοῦ κα­πνοῦ καί τήν πα­ρα­κμή τῆς Γε­νι­σέ­ας. Τήν ἐπο­χή ἐκεί­νη τό ἐμπο­ρι­κό κέ­ντρο ἐπε­κτεί­νε­ται ἀπό τήν πλα­τεία Ἀν­τί­κα πρός τόν Πά­νω Μα­χα­λᾶ. Δη­μι­ουρ­γεῖ­ται τό­τε μι­ά νέα ἀγο­ρά κα­τά μῆ­κος τοῦ ἄ­νω τμή­μα­τος τῆς ὁ­δοῦ  Ἐ­λευ­θε­ρί­ου Βε­νι­ζέ­λου. Τήν ἴδια ἐπο­χή ἀνε­γεί­ρο­νται οἱ κα­πνα­πο­θῆ­κες καί τό μου­σουλ­μα­νι­κό θρη­σκευ­τι­κό, δι­οι­κη­τι­κό καί κοι­νω­νι­κό κέ­ντρο στήν πε­ρι­ο­χή τῆς ση­με­ρι­νῆς Κε­ντρι­κῆς Πλα­τεί­ας. Αὐ­τό εἶ­ναι ἀπο­τέ­λε­σμα τῆς με­τα­φο­ρᾶς τῆς ὀ­θω­μα­νι­κῆς δι­οί­κη­σης ἀπό τήν Γε­νι­σέα στήν Ξάν­θη (1872).
Τό κουλ­λι­γι­έ, ὅπως ὀνο­μά­ζε­ται αὐ­τό τό συγ­κρό­τη­μα κτη­ρί­ων, ἀπο­τε­λεῖ βα­σι­κή καί χαρα­κτη­ρι­στι­κή ἀν­τί­λη­ψη τῆς τουρ­κι­κῆς πο­λε­ο­δο­μί­ας, ἀλ­λά καί τῆς τουρ­κι­κῆς δι­οι­κη­τι­κῆς καί θρη­σκευ­τι­κῆς ὀρ­γά­νω­σης καί πρα­κτι­κῆς. Με­γά­λες ἰσ­λα­μι­κές πό­λεις τῆς κεν­τρι­κῆς Ἀ­σί­ας, (Μέρβ, Σα­μαρ­κάν­δη,  Ἐσφα­χάν) δια­θέ­τουν κουλ­λι­γι­έ, τό ὁποῖο μά­λι­στα ἀπο­τε­λεῖ καί τόν πο­λε­ο­δο­μι­κό τους πυ­ρῆ­να. Τό κουλ­λι­γι­έ εἶ­ναι συνή­θως ἑνιαία κα­τα­σκευή πού συνα­θροί­ζει κοι­νω­νι­κές, δι­οι­κη­τι­κές καί θρη­σκευ­τι­κές λει­τουρ­γί­ες.  Ἕ­να τυ­πι­κό κουλ­λι­γι­έ μπο­ρεῖ νά πε­ρι­λαμ­βά­νει τζα­μί, κρῆ­νες (σεμ­πίλ), ὑπαί­θρια ἤ στε­γα­σμέ­νη ἀγο­ρά (πα­ζά­ρι), ξε­νο­δο­χεῖο (χάνι), σχο­λεῖο (με­δρε­σέ), λου­τρό (χα­μάμ), νοσο­κο­μεῖ­ο, πτω­χο­κο­μεῖο (ἱμα­ρέτ) καί νε­κρο­τα­φεῖ­ο, ἀλ­λά καί ἄλ­λα βο­η­θη­τι­κά καί δι­οι­κη­τι­κά κτή­ρια. Σέ με­γά­λα ἀστι­κά κέν­τρα τό κουλ­λι­γι­έ ἀνε­γεί­ρε­ται ὡς ἑνιαῖο καί ἐν­τυ­πω­σια­κό συγ­κρό­τη­μα κτη­ρί­ων.
Τό κουλ­λι­γι­έ τῆς Ξάν­θης δέν ἀπο­τε­λοῦ­σε ἑνιαῖο οἰκο­δο­μι­κό συγ­κρό­τη­μα, ἀλ­λά συνά­θροι­ζε θρη­σκευ­τι­κά καί δι­οι­κη­τι­κά κτή­ρια τῆς πό­λης καί φαί­νε­ται ὅτι δη­μι­ουρ­γή­θη­κε με­τά τό 1872, ὅταν ἡ Ξάν­θη ἔγι­νε ἕδρα τοῦ Κα­ζᾶ.  Ἐδῶ, στό χῶρο πού καταλαμβάνει ἡ σημερινή Κεντρική Πλατεία, ὑπῆρ­χε τό τζα­μί τῆς ἀγο­ρᾶς μέ πύ­λη ρυ­θμοῦ ὀθω­μα­νι­κοῦ μπα­ρόκ, δί­πλα ἀνε­γέρ­θη­κε τό γνω­στό ρο­λόι τῆς Ξάν­θης, το­πό­ση­μο τῆς πό­λης σή­με­ρα, πού τό­τε σή­μαι­νε τίς ὧ­ρες προ­σευ­χῆς γιά  τούς μου­σουλ­μά­νους. Μπρο­στά στό κέν­τρο τῆς πλα­τεί­ας ὑπῆρ­χε σκε­πα­στή κρή­νη γιά  τόν τε­λε­τουρ­γι­κό κα­θαρ­μό τῶν πι­στῶν πρίν τήν προ­σευ­χή, βο­ρει­ό­τε­ρα λει­τουρ­γοῦ­σε ἱε­ρο­σπου­δα­στή­ριο καί κον­τά λου­τρά, πρός Νό­το ὑπῆρ­χε τό δι­οι­κη­τή­ριο τοῦ Κα­ζᾶ. Τό Δη­μαρ­χεῖο τῆς πό­λης βρι­σκό­ταν ἐκεῖ πού σή­με­ρα στέκεται τό νε­ο­κλασ­σι­κό κτή­ριο τῆς  Ἐθνι­κῆς Τρά­πε­ζας. Γύ­ρω ὑπῆρ­χαν μου­σουλ­μα­νι­κές ἰδι­ο­κτη­σί­ες. Τό νε­κρο­τα­φεῖο βρι­σκό­ταν δυ­τι­κά, στά ὅρια τῆς πό­λης, ὅπως συνη­θί­ζουν οἱ μου­σουλ­μά­νοι.  Ἡ ὕπαρ­ξη καί ἡ λει­τουρ­γία τοῦ κουλ­λι­γι­έ προ­σέλ­κυ­σαν ἀρι­θμό μου­σουλ­μά­νων καί πλῆ­θος ἐμ­πο­ρι­κῶν δρα­στη­ρι­ο­τή­των μέ τό πα­ζά­ρι στό χῶ­ρο τῆς ση­με­ρι­νῆς Κεν­τρι­κῆς Πλα­τεί­ας, πρᾶγμα πού συντέλεσε στήν ἀνά­πτυ­ξη ἀγο­ρῶν κα­τά μῆ­κος τῶν ὁδῶν Πα­να­γῆ Τσαλ­δά­ρη καί 28ης Ὀκτω­βρί­ου. 
Ἡ ἀπε­λευ­θέ­ρω­ση, ἡ ἀπο­ξή­ραν­ση τῆς παλι­ᾶς δεύ­τε­ρης κοί­της τοῦ πο­τα­μοῦ Κόσσινθου, ἡ ἄφι­ξη τῶν προ­σφύ­γων καί ἡ με­τα­τόπι­ση τοῦ κέν­τρου βά­ρους τῆς πό­λης δυ­τι­κά σημα­το­δό­τη­σαν τό τέ­λος τοῦ ἰσ­λα­μι­κοῦ κουλ­λι­γι­έ, τήν ἀλ­λα­γή τῶν χρή­σε­ων καί τήν ἐξα­φά­νι­ση τῶν κτη­ρί­ων.
Κα­τά τίς ἀρ­χές τοῦ 19ου αἰώ­να φαί­νε­ται ὅτι ὑπῆρ­χαν οἱ συνοι­κί­ες Ἀ­σᾶ Μα­χα­λᾶ, νό­τια τῆς Πα­λι­ᾶς Πό­λης καί στή δυ­τι­κή ὄχθη τοῦ Κόσ­σιν­θου, κα­τοι­κού­με­νη ἀπό πτω­χούς μου­σουλ­μά­νους καί Σοῦν­νε Μα­χα­λᾶ, δυ­τι­κά ἀπό τόν Πά­νω Μα­χα­λᾶ, κα­τοι­κού­με­νη ἀπό Σουν­νί­τες μου­σουλ­μά­νους, πού ἀνῆ­καν στό μου­σουλ­μα­νι­κό κα­τε­στη­μέ­νο καί δι­έ­θε­ταν οἰκο­νο­μι­κή εὐ­χέ­ρεια.
Τό δεύ­τε­ρο μι­σό τοῦ 19ου αἰώ­να ση­μα­το­δο­τεῖ τή με­τα­τρο­πή τῆς Ξάν­θης σέ βι­ο­μη­χα­νι­κό καί ἐμ­πο­ρι­κό κέν­τρο τοῦ κα­πνοῦ. Μιά νέα κο­σμο­πο­λί­τι­κη ἐμ­πο­ρευ­μα­τι­κή τά­ξη πού ἀπο­τε­λεῖ­ται κυ­ρί­ως ἀπό χρι­στια­νούς ἐμ­φα­νί­ζε­ται. Τό ἐνδιαφέρον τοῦ διεθνοῦς κεφα­λαίου καί ἡ εἰσροή πλούτου προσεγγίζουν τήν πόλη στήν κοσμοπολίτικη ἀτμόσφαιρα τοῦ Πέραν καί τῆς Θεσσαλονίκης. Οἱ ἔμπο­ροι τοῦ καπνοῦ ταξιδεύουν στήν Κεντρική Εὐρώπη καί φέρνουν κατά τήν ἐπιστροφή τους τούς ρυθμούς καί τό ὕφος τῆς εὐρω­παϊκῆς μπέλ ἐπόκ. Οἱ ἔμποροι δίνουν μία μορφή ἀστικότητας στό κοινωνικό περιβάλ­λον, ἀφοῦ ἀποτελοῦν πρότυπα καί παραδείγ­ματα γιά μίμηση. Πα­ράλ­λη­λα, ἡ πό­λη προ­σελ­κύ­ει πλή­θη χρι­στια­νῶν ἐρ­γα­τῶν γιά νά ἀπασχο­λη­θοῦν στή βι­ο­μη­χα­νία καί στό ἐμ­πό­ριο τοῦ κα­πνοῦ.  Ἡ μου­σουλ­μα­νι­κή συμ­με­το­χή εἶ­ναι πε­ρι­ο­ρι­σμέ­νη, πα­ρά τό ὅτι με­γά­λο μέ­ρος τῆς πα­ρα­γω­γῆς κα­πνοῦ γί­νε­ται ἀπό μου­σουλ­μά­νους Πο­μά­κους κα­τοί­κους τῆς ὀρει­νῆς πε­ρι­ο­χῆς καί μου­σουλ­μά­νους καλ­λι­ερ­γη­τές τῆς πε­ρι­ο­χῆς τῶν Για­κᾶ. Μιά ἀπό­πειρα ἐγκατά­στασης Βουλγάρων καπνερ­γατῶν ματαιώ­θηκε μετά ἀπό σθεναρή ἀντίσταση τῆς ρωμαίικης κοι­νό­τητας,  πρωτοστατοῦντος τοῦ Μητροπολίτη Ἰωακείμ Σγουροῦ (1906).
Κα­τά τίς ἀρ­χές τοῦ 20οῦ αἰώ­να ἡ πό­λη εἶ­χε ἀπο­κτή­σει δι­φυ­ῆ χα­ρα­κτῆρα μέ πλή­ρως δια­κρι­τά χρι­στια­νι­κά καί μου­σουλ­μα­νι­κά κέν­τρα: τό μου­σουλ­μα­νι­κό θρη­σκευ­τι­κό καί δι­οι­κη­τι­κό κέν­τρο στό χῶ­ρο τῆς ση­με­ρι­νῆς Κεν­τρι­κῆς Πλα­τεί­ας καί τό χρι­στια­νι­κό κέν­τρο στήν πλα­τεία Μη­τρο­πό­λε­ως, ὅπου τά θρη­σκευ­τι­κά καί ἐκ­παι­δευ­τι­κά κτή­ρια.  Ἡ χρι­στια­νι­κή δη­λα­δή Ξάν­θη εἶ­χε ἀν­τι­κα­τα­στα­θεῖ ἀπό μία μι­κτή πό­λη, σάν νά εἶ­χε με­τα­φερ­θεῖ ἐκεῖ τό δί­πο­λο Γε­νι­σέ­ας–Ξάν­θης.  Ἡ πα­ρακ­μή καί ἡ πτώ­ση τῆς Γε­νι­σέ­ας ση­μα­το­δο­τοῦν καί τήν κυ­ριαρ­χία τῆς ρω­μαί­ι­κης ἐμπο­ρευ­μα­τι­κῆς τά­ξης καί προ­αν­αγ­γέ­λουν τήν ἀπε­λευ­θέ­ρω­ση τῆς πό­λης πού ἔγινε στίς 4.10.1919.
Ἡ ἀνά­πτυ­ξη τοῦ ἐμ­πορίου τοῦ κα­πνοῦ δη­μι­ούρ­γη­σε καί τήν πρώ­τη χρι­στια­νι­κή συνοι­κία ἐκτός τῶν ὁρί­ων τῆς Πα­λι­ᾶς Πό­λης, αὐ­τή τοῦ Χατ­ζη­σταύ­ρου, στίς πα­ρυ­φές τῆς βιο­μη­χα­νι­κῆς πε­ρι­ο­χῆς τῶν κα­πνα­πο­θη­κῶν.  Ἐκεῖ φαίνεται ὅτι στε­γά­σθη­καν πολλοί ἀπό τούς νέους κατοίκους τῆς πόλης πού ἀνῆκαν προφανῶς στήν κύ­ρια μά­ζα τῶν κα­πνερ­γα­τῶν.  Τό ὄνο­μα τῆς νέ­ας αὐ­τῆς συνοι­κί­ας ὀφεί­λε­ται στόν ἰδι­ο­κτή­τη τῶν ἐκτά­σε­ων πού δω­ρή­θη­καν στήν κοι­νό­τη­τα γιά  τή δη­μι­ουρ­γία της. Μέ τόν κα­πνό καί τή δη­μι­ουρ­γία τοῦ μου­σουλ­μα­νι­κοῦ κέν­τρου συν­δέ­ε­ται καί ἡ ἀνά­πτυ­ξη ἑνός νέ­ου ἐμ­πο­ρι­κοῦ ἄξο­να ἔξω ἀπό τήν Πα­λιά Πό­λη καί κα­τά μῆ­κος τῶν ση­με­ρι­νῶν ὁδῶν Κα­βά­λας καί Πα­να­γῆ Τσαλ­δά­ρη. Ταυ­τό­χρο­να, βι­ο­τε­χνι­κές δρα­στη­ρι­ό­τη­τες στε­γά­ζον­ται στήν πε­ρι­ο­χή νό­τια τῆς ση­με­ρι­νῆς ὁδοῦ Μι­χα­ήλ Καραολῆ καί μέ­χρι τίς κα­πνα­πο­θῆ­κες. 
Ἡ Νέα Πό­λη ἀπο­κτᾶ με­γά­λη ἔκτα­ση μέ τήν ἀνέ­γερ­ση τῶν συνοι­κι­σμῶν τῆς προ­σφυ­γι­κῆς ἀπο­κα­τά­στα­σης (19241928). Τό­τε ἡ πό­λη δι­πλα­σι­ά­ζε­ται σέ ἔκτα­ση καί πλη­θυ­σμό καί δη­μι­ουρ­γοῦν­ται οἱ συνοι­κι­σμοί Γυμ­να­στη­ρί­ου, Ἀ­στι­κός, Τσι­μεν­τέ­νια, Κυ­ψέ­λη καί Χρύ­σα. Πα­ράλ­λη­λα, ἀλ­λά­ζει χα­ρα­κτήρα τό ἐμ­πο­ρι­κό κέν­τρο, ἀφοῦ οἱ πρό­σφυ­γες, ἐκτός ἀπό τή μάζα τῶν κα­πνερ­γατῶν, ἀπο­τε­λοῦν πλέ­ον καί τό κύ­ριο σῶ­μα τῶν ἐμ­πό­ρων.
Ἀ­κο­λου­θῶν­τας τά πρό­τυ­πα τῆς ἀνά­πτυ­ξης τῶν ἑλ­λη­νι­κῶν πό­λε­ων με­τά τό 1950 ἡ Νέα Πό­λη ἐπε­κτεί­νε­ται πρός τήν πε­δι­ά­δα καί πρός τή Δύ­ση καί ἑνώ­νε­ται μέ τίς κα­πνο­πα­ρα­γω­γές πε­ρι­ο­χές τῆς Χρύ­σας δυ­τι­κά καί τῶν Κιμ­με­ρί­ων ἀνα­το­λι­κά.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου