Η ανοικοδόμηση της πόλης της Ξάνθης γίνεται σε τέσσερις φάσεις:
α. Από το 1829 μέχρι περίπου το 1860, όταν
ανεγείρονται οι εκκλησίες, πολλές κατοικίες και τα κονάκια των Χριστιανών και
των Μουσουλμάνων. Την εποχή αυτή σχηματοποιούνται και οι συνοικίες της πόλης.
β. Από το 1860 μέχρι το 1912, όταν η πόλη επεκτείνεται στην πεδινή περιοχή έξω από τα όρια της βυζαντινής Ξάνθειας προς τη σημερινή Κεντρική Πλατεία και ανεγείρεται η βιομηχανική και βιοτεχνική περιοχή του καπνού . Την ίδια εποχή ανεγείρονται τα εκλεκτικιστικά και νεοκλασικά αρχοντικά των εμπόρων.
γ. Κατά τον Μεσοπόλεμο, όταν δημιουργούνται οι
προσφυγικοί συνοικισμοί.
Άποψη της πόλης κατά τον μεσοπόλεμο μετά τη ραγδαία ανάπτυξή της
δ. Μετά το 1960 και κυρίως μετά το 1974, όταν
πολυκατοικιοποιούνται οι συνοικίες της Νέας Πόλης.
Σχηματικά μπορούμε να
κατατάξουμε τα κτίσματα στην πόλη της Ξάνθης σε μερικές κατηγορίες:
1.
Κτίσματα λαϊκής
αρχιτεκτονικής. Απλή μονώροφη ή διώροφη κατοικία με ή χωρίς περίκλειστη αυλή,
που στις μουσουλμανικές γειτονιές παρουσιάζει εσωστρέφεια. Στον όροφο συνήθως
διαθέτει χαγιάτι γύρω, από το οποίο διατάσσονται τα δωμάτια. Στο ισόγειο
συνήθως υπάρχει αποθήκη και χώροι για τις εργασίες του σπιτιού ή για την
ξήρανση του καπνού. Η κατασκευή γίνεται με απλά παραδοσιακά μέσα και είναι από
πέτρα στο ισόγειο και τσατμά τον όροφο. Εκτός από τις παραδοσιακές κατοικίες,
υπάρχουν και κατοικίες κτισμένες από Ηπειρώτες μαστόρους. Αυτές είναι στέρεες
κατασκευές από πέτρα, τον άφθονο γρανοβιορίτη της περιοχής. Σημαντικό
αρχιτεκτονικό χαρακτηριστικό στην πόλη της Ξάνθης, όπως και σε όλη την Ανατολή,
αποτελεί το σαχνισί. Το σαχνισί είναι προέκταση του ορόφου ή τμήματος του
ορόφου ενός κτίσματος. Η επέκταση αυτή υποστηρίζεται από ξύλινα στηρίγματα.
2.
Κονάκια των
μουσουλμάνων μπέηδων. Μεγάλα κτίσματα σε σχήμα Π με διαχωρισμό των χώρων για
άνδρες και γυναίκες. Το ισόγειο διαθέτει αποθήκες και κουζίνες, ημιυπαίθριες ή
μη, ενώ στον όροφο τα δωμάτια είναι διαταγμένα πέριξ μεγάλης σάλας που είναι
και ηλιακό. Τα κονάκια αυτά σήμερα έχουν σχεδόν κατεδαφισθεί.
3.
Κονάκια κατά τα
πρότυπα της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας που ανέγειραν πλούσιοι χριστιανοί
έμποροι, όταν σε πλήρη αντίθεση με τη φτώχεια των προηγούμενων αιώνων απόκτησαν
τη δυνατότητα να ανοικοδομήσουν τα σπίτια τους με τρόπο που υπερβαίνει τις
απλές στεγαστικές ανάγκες. Οι μακραίωνες αισθητικές παραδόσεις του Ελληνισμού
αναδύονται και πάλι μετά τον 18ο αιώνα ως επιλογές των ευπόρων νέων
ρωμαίικων αστικών στρωμάτων εκφραζόμενες στα πλαίσια και στους τρόπους της καθ'
ημάς Ανατολής και της ευρύτερης Ανατολής. Οι πλούσιοι έμποροι ζητούν τη
συνεργασία των λαϊκών μαστόρων, οι οποίοι ενσωματώνουν στην πλούσια παράδοσή τους
τους τρόπους και τις αντιλήψεις Ανατολής και Δύσης. Η ανέγερση των κτισμάτων
αυτών γίνεται από ομάδες μαστόρων που ξεκινούν από τη Μακεδονία, τήν Ήπειρο και
τη Βόρειο Θράκη. Πολλοί από αυτούς θα μείνουν για πάντα στην Ξάνθη. Και αυτά τα
κονάκια είναι διώροφα σε σχήμα Π. Οι κατασκευές είναι στέρεες από χονδρούς
πέτρινους τοίχους στο ισόγειο και τσατμά στον όροφο.
5.
Νεοκλασικά
κτήρια. Ο νεοκλασικισμός, που κυριαρχεί στο ελεύθερο ελληνικό βασίλειο είναι
βέβαια, εκτός από αισθητικό στοιχείο και στοιχείο με ιδεολογική σημειολογία,
έτσι ώστε κοινοτικά κτήρια και αρχοντικά σε νεοκλασικό ύφος να αναγερθούν με τη
βοήθεια Ελλήνων ή ξένων αρχιτεκτόνων. Οι κατασκευές είναι συνήθως διώροφες με
υπερυψωμένο ημιυπόγειο στέρεες από πέτρα. Η εσωτερική διάταξη είναι συνήθως
συμμετρική με μία κεντρική αίθουσα στον όροφο πέριξ της οποίας διατάσσονται τα
δωμάτια. Επιβλητική σκάλα με δύο κλάδους οδηγεί από το ισόγειο στον όροφο, ενώ
πολύχρωμοι φεγγίτες δημιουργούν χρωματικές εντυπώσεις στους εσωτερικούς χώρους.
6.
Πέτρινα κτήρια
για κοινοτική ή κυβερνητική χρήση. Αυτά είναι κτίσματα που μεταδίδουν το κύρος
και τη σοβαρότητα του φορέα, όπως είναι το Διοικητήριο, τα σχολεία, τα
κοινοτικά κτίσματα και άλλα. Στην κατηγορία αυτή συνήθως περιλαμβάνονται κτήρια
με νεοκλασικό χαρακτήρα και διακοσμήσεις στα πλαίσια των παραθύρων, επιβλητικές
εξωτερικές σκάλες και ακριβά υλικά.
7. Αστικές κατοικίες
με λόγια διακοσμητικά στοιχεία. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν κτήρια
κατασκευασμένα με πέτρα ή σκυρόδεμα που συχνά ενσωματώνουν ακαδημαϊκά
διακοσμητικά στοιχεία.
8. Κατοικίες της
προσφυγικής αποκατάστασης. Στις προσφυγικές συνοικίες κατασκευασμένες τη
δεκαετία του 1920 στα πλαίσια της μεγάλης προσπάθειας του Ελληνικού Κράτους για
τη στέγαση των προσφύγων, η οποία έγινε είτε με την ανέγερση τυποποιημένων
κατοικιών, είτε με την παροχή οικοπέδων και δανείων προς τους πρόσφυγες για
αυτοστέγαση με χρήση έτοιμου σχεδίου.
9. Σύγχρονες
πολυκατοικίες και κατασκευές. Ο τύπος αυτός είναι ο γνωστός σε όλη την Ελλάδα,
με τον οποίο επετεύχθη η στέγαση του πληθυσμού μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο
Πόλεμο σε πολύ ικανοποιητικό βαθμό, μεταλλάσσοντας όμως το παραδοσιακό ελληνικό
περιβάλλον.
10.
Εμπορικά κτήρια.
Απλές ή ευτελείς πρόχειρες κατασκευές και παραπήγματα στους εμπορικούς δρόμους,
αλλά και στέρεες κατασκευές από πέτρα (γρανοβιορίτη) που ανήγειραν Ηπειρώτες
μαστόροι. Ενδιαφέροντα είναι τα στηθαία και τα αετώματα μικρών μονώροφων και
διώροφων καταστημάτων στο γύρισμα του αιώνα, όπου αποτυπώνονται χρονολογίες,
αρχικά των κτιτόρων, ή διακοσμήσεις χαρακτηριστικές της ευαισθησίας του
ιδιοκτήτη.
11.
Βιομηχανικά
κτήρια. Οι καπναποθήκες της Ξάνθης αποτελούν ένα πολύ
σημαντικό σύνολο βιομηχανικής αρχιτεκτονικής και είναι η μοναδική παρόμοια
περιοχή που σώζεται σήμερα στον ελληνικό χώρο. Ωστόσο η περιοχή των
καπναποθηκών της Ξάνθης δεν προστατεύεται νομοθετικά, ενώ δεν έχει επιχειρηθεί
κάποια χρήση τους που θα τις αξιοποιούσε ως σύνολο.
Οι καπναποθήκες της Ξάνθης είναι κτισμένες κατά την εποχή της
εντατικής ανοικοδόμησης της πόλης, δηλαδή από το 1860 μέχρι το 1912. Στα κτήρια
αυτά γινόταν η κατεργασία του καπνού, που κατέληγε σε δέματα καπνού τα οποία
αποθηκεύονταν εκεί. Η επιβλητική στέρεη κατασκευή, τα αετώματα, οι κλιμακωτές
απολήξεις και η συμμετρική σύνθεση παραπέμπουν σε πρότυπα της Κεντρικής
Ευρώπης. Ο επιβλητικός χαρακτήρας των κατασκευών επιδιώκει να δώσει μία
εγκυρότητα και μία άτυπη εγγύηση για την επιχείρηση που στεγάζεται εκεί. Πολλές
από τις καπναποθήκες διαθέτουν ιδιόρρυθμα στηθαία ή αετώματα, δείγματα μιας
φιλοπαίγμονος διάθεσης από μέρους των μαστόρων ή και των ιδιοκτητών. Πολλές
φορές οι καπναποθήκες συνοδεύονται από κτήρια γραφείων ή κτήρια-κατοικίες των
καπνεμπόρων.
Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των καπναποθηκών είναι συχνά η
ρομαντική διάθεση, η νοσταλγία προς το φανταστικό, σ' αυτό που είναι άγνωστο
αλλά και επιθυμητό. Η ρομαντική αυτή διάθεση, μια νοσταλγία χωρίς αντικείμενο,
ξεκινά βέβαια από τον νεορομαντισμό της Κεντρικής Ευρώπης, αλλά και εκφράζει
την εξιδανίκευση της Δύσης από τους Ρωμηούς.
12. Εκκλησίες. Αυτές είναι κτισμένες κατά τη δεκαετία του
1830 και ακολουθούν τον τύπο που διαμορφώνεται την ίδια εποχή στην
Κωνσταντινούπολη, δηλαδή τον τύπο της τρίκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής. Είναι η
εποχή που η προσπάθεια για εκσυγχρονισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επιτρέπει
στους Ρωμηούς την ανέγερση τριώροφων κατοικιών και μεγάλων εκκλησιών, – τόσο μεγάλων που συχνά είναι πολύ μεγαλύτερες απ' ό,τι
απαιτείται από τον αριθμό των πιστών, ενώ μπορεί και να διαθέτουν ευρύχωρο
γυναικωνίτη. Οι εκκλησίες βρίσκονται μέσα σε περίβολο που πολλές φορές
περιλαμβάνει σχολείο, γραφείο της κοινότητας, κατοικία του παπά ή και ακόμη του
νεωκόρου ή, τέλος, και αίθουσα συνεδρίασης της κοινότητας ή της Δημογεροντίας.
Οι εκκλησίες και η μάνδρα που τις περιβάλλει είναι βαμμένες σε ώχρα. Παρά τον
άνεμο φιλελευθερισμού που συνοδεύει τις οθωμανικές μεταρρυθμίσεις η ανατολική
δεσποτεία είναι δυνατό να δημιουργήσει απρόβλεπτες καταστάσεις. Οι μάνδρες,
λοιπόν, που περιβάλλουν τις εκκλησίες και τα γραφεία της κοινότητας
εξασφαλίζουν και κάποια προστασία.
Ενδιαφέρον είναι το
κοινωνικό-θρησκευτικό συγκρότημα (κουλλιγιέ) που υπήρχε στη σημερινή περιοχή
της Κεντρικής Πλατείας που ανήγειραν οι Οθωμανοί όταν η Ξάνθη έγινε έδρα του
Καζά. Ενδιαφέροντα επίσης ήταν τα τυπικά χάνια της Ανατολής με φούρνο,
καταστήματα και πυρήνα αγοράς που ξεπερνούσαν τα πενήντα και που σήμερα
σώζονται ελάχιστα.
Τα οικοδομικά υλικά είναι
αυτά της παραδοσιακής οικοδομικής: πέτρα, ξύλο και συχνά πλίνθοι. Ειδικότερα την
Ξάνθη χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον, αφού ήταν άμεσα διαθέσιμα, ο γκρίζος
γρανίτης της Ροδόπης (γρανοβιορίτης) και η ροδίζουσα πέτρα (ψαμμίτης) που
προέρχεται από το λατομείο της Μάνδρας κοντά στα αρχαία Άβδηρα.
Δημήτρης Α. Μαυρίδης
Επίτιμος Διδάκτωρ Ιστορίας Πανεπιστημίου Θράκης